The Family [ Home ]















Send This Page to a Friend

 

 

Reader's Corner: Main Page

Καταιγίδα στα ορεινά της Σκωτίας

Επιτρέψτε μου να σας συστηθώ. Είμαι η Ελίζαμπεθ Μπράουν. και πρόκειται να σας πω για τα πιο καταπληκτικά Χριστούγεννα που είχα ποτέ. Ζούσαμε σε μια μικρή πόλη στα βουνά της Σκωτίας, ανάμεσα σε υπέροχους και μαγευτικούς λόφους και πεδιάδες, ψηλά δέντρα και πολύχρωμους θάμνους και λουλούδια που φέρνουν ζωή σε κείνα τα απομονωμένα μέρη. Ο σύζυγός μου, ο Ρόμπερτ, ήταν σιδεράς. 'Έβαζε πέταλα στα άλογα όλων για μίλια γύρω. Εγώ, μια πολυάσχολη μητέρα και σύζυγος, περνούσα τις μέρες μου φροντίζοντας τα τέσσερα παιδιά μας Ρομπ, Μαίρη. Άλις και το μικρό Άντριου.

Ο Άντριου ήταν το ξεχωριστό παιδί μας, που απαιτούσε την περισσότερη φροντίδα και αγάπη, αλλά και που επίσης έδινε την περισσότερη αγάπη σε αντάλλαγμα. Στην εγκυμοσύνη μου μ' αυτόν ήμουν πολύ άρρωστη, κι από τη στιγμή που γεννήθηκε δεν μπορούσε να ακούσει. Ο κόσμος ήταν σιωπηλός γι' αυτόν. και ω, τι ήσυχο αγόρι που ήταν! Τι χαρά! Τι θησαυρός! Συχνά ανησυχούσα γι' αυτόν, ωστόσο, καθώς ήξερα ότι θα μπορούσε να πάθει κάτι κακό αν ξέφευγε απ' τα μάτια μου έστω και για μια στιγμή. Ακόμα κι όταν είχα τα μάτια μου πάνω του, δεν είχα τρόπο να τον προειδοποιήσω για κίνδυνο ή να τον σταματήσω να κάνει κάτι που δε θα έπρεπε. Φώναζα όσο δυνατά μπορούσα αλλά δε μπορούσε να με ακούσει. Τον πρόσεχα κάθε στιγμή, και έμαθα στις αδερφές του και στον αδερφό του να κάνουν το ίδιο.

Τα τρία μεγαλύτερα πήγαιναν στο μικρό σχολείο στο κοντινό χωριό, όμως η φροντίδα του Άντριου ήταν δικό μου καθήκον και μόνο. Δεν μπορούσα να του μάθω να μιλάει, δεν ήξερα πώς να το κάνω αυτό, όμως κατάφερα να του διδάξω να διαβάζει και να γράφει. Μόλις έκλεισε τα πέντε μπορούσαμε να συνομιλούμε αρκετά με στυλό και χαρτί. Και βέβαια όλοι χρησιμοποιούσαμε σήματα και χειρονομίες για να επικοινωνούμε με το μικρό Άντριου. Τι υπομονετική ψυχή που ήταν, και ω, πόσα μάθαινε σε μένα και σε όλη την οικογένειά μας!

Ο άντρας μου δεν ήταν μόνο σιδεράς, αλλά επίσης ήξερε πολλά για τα ζώα, ειδικά για τα άλογα - πώς να τα φροντίζει και τι να κάνει όταν ήταν άρρωστα. Μια χρονιά, μόλις μερικές μέρες πριν από τα Χριστούγεννα, κάποιοι φίλοι από ένα γειτονικό χωριό ζήτησαν από τον Ρόμπερτ να πάει να δει τι θα μπορούσε να κάνει για το άλογο τους που είχε πέσει άρρωστο. Χρειαζόντουσαν τη βοήθειά του και για κάποια άλλη δουλειά. Ήταν ένα σοβαρό θέμα για οποιονδήποτε από μας να έχουμε ένα από τα ζώα μας άρρωστο ή πληγωμένο. Εξαρτιόμασταν απ' αυτά για τη δουλειά μας και τη μεταφορά μας -- για τους ίδιους μας τους πόρους ζωής.

Ενώ ο Ρόμπερτ ήταν μακριά, έκανε ασυνήθιστο κρύο και ο καιρός άρχισε να χαλάει πολύ. Συχνά είναι έτσι τόσο ψηλά στις βουνίσιες περιοχές, αλλά αυτή η καταιγίδα φαινόταν σα να επρόκειτο να είναι μια από τις χειρότερες που είχαμε δει ποτέ. Τα παιδιά κι εγώ δε βγαίναμε έξω από το σπίτι, παρά μόνο για να φέρουμε κι άλλα καυσόξυλα από την παράγκα όταν άδειαζε το κασόνι δίπλα στη σόμπα μας. Λίγες μέρες αφού είχε φύγει ο Ρόμπερτ και είχαμε χρησιμοποιήσει σχεδόν όλα τα ξύλα από την παράγκα, άρχισα να ανησυχώ για το πώς θα μέναμε ζεστοί. Ευχαριστούσα το Θεό που είχαμε άφθονα λαχανικά σε βάζα από την πλούσια σοδειά του καλοκαιριού,και που ο Ρόμπερτ είχε κυνηγήσει και είχε παστώσει αρκετό κρέας για να μας διαρκέσει για όλον αυτόν τον άθλιο χειμώνα. Τουλάχιστον θα είχαμε αρκετά για να τρώμε, όμως χρειαζόμασταν κι άλλα ξύλα.

Ήταν σχεδόν Χριστούγεννα, και μετά από τρεις μέρες η καταιγίδα εξακολουθούσε και ο Ρόμπερτ δεν είχε γυρίσει σπίτι. Τελικά, έπρεπε να βγούμε έξω και να κόψουμε κι άλλα ξύλα, αλλιώς θα παγώναμε. Το μεγαλύτερο παιδί μου, ο Ρομπ, προσφέρθηκε να πάει στο κοντινό δάσος και να κόψει μερικούς ξερούς κορμούς για να ξαναγεμίσει την παράγκα. Ο Ρομπ ήταν ένα ικανό παλικαράκι τώρα, στην ηλικία των 15 χρόνων, αλλά σαν προστατευτική μητέρα που ήμουν, επέμεινα να πάω μαζί του. Η Μαίρη και η Άλις ήταν ακόμη μικρές -- και βέβαια ανησυχούσα για τον Άντριου . αλλά προτιμούσα να τα πάρω όλα μαζί μου από το να τα αφήσω μακριά από τη ματιά μου.

Όλοι μας τυλιχτήκαμε με τα πιο ζεστά μας ρούχα, βάλαμε τις μπότες μας, και πήραμε το δρόμο για το κοντινό δάσος μαζί. Ο νεαρός Ρομπ κουβαλούσε το τσεκούρι του πατέρα του με το ένα το χέρι και τραβούσε το μεγάλο μας έλκηθρο με το άλλο. Τα μικρά ήταν χαρούμενα που ήταν έξω στον καθαρό αέρα, και αρχίσανε να κυνηγάνε το ένα το άλλο τριγύρω, παίζοντας κρυφτό και κυνηγητό ανάμεσα στα δέντρα. Ο Ρομπ έκοβε τους κορμούς σε μικρότερα κομμάτια, κι εγώ τα φόρτωνα πάνω στο έλκηθρο. Με την άκρη του ματιού μου παρακολουθούσα για να σιγουρεύομαι ότι τα παιδιά δεν πήγαιναν πολύ μακριά.

Τότε, τόσο ξαφνικά όσο το παίξιμο ενός βλέφαρου, ένα απίστευτο ρεύμα άνεμου φύσηξε τριγύρω μας και το χιόνι ερχόταν τόσο πυκνό που δεν μπορούσες να δεις ούτε το χέρι σου ακόμη κι αν το κρατούσες μπροστά σου! Χιονοθύελλες σαν κι αυτή δεν ήταν ασυνήθιστες, όμως γενικά ήμουν αρκετά προνοητική και βρισκόμουν μέσα στο σπίτι μου και είχα και τα παιδιά μου μαζί επίσης όταν ξεσπούσε μια τέτοια καταιγίδα. "Μαίρη! Άλις!" φώναξα δυνατά, αλλά δεν μπορούσα ούτε και τη δική μου φωνή να ακούσω από τον άνεμο που λυσσομανούσε. Ο Ρομπ ήρθε σκουντουφλώντας εκεί που ήμουν, και κρατούσαμε σφιχτά ο ένας τον άλλον, μη μπορώντας να πάμε πιο μακριά. Συνέχισα να φωνάζω τα ονόματα των κοριτσιών, αλλά η καρδιά μου φοβόταν περισσότερο για τον Άντριου. Δεν μπορούσε να με ακούσει που τον φώναζα και θα μπορούσε να πηγαίνει προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, απ' όσο ήξερα, και θα χανόταν εύκολα μέσα στο δάσος. Υπάρχουν εκατοντάδες απότομοι γκρεμοί, χαράδρες και μεγάλες λακκούβες σ' αυτά τα μέρη, και μ' ένα τέτοιο χιόνι που δεν έβλεπες τίποτα μπροστά σου, οτιδήποτε θα μπορούσε να συμβεί σ' ένα παιδί!

          Έλπιζα ότι και οι τρεις τους ήταν μαζί. αλλά η μητρική διαίσθηση μου έλεγε ότι δεν ήταν. Φώναζα και φώναζα, και μετά από πολλά λεπτά - που μου φάνηκαν σαν ώρες - άκουσα μικρές φωνές. Ανάμεσα στα δέντρα και στη θύελλα, τα κορίτσια μου και εγώ ξαναβρεθήκαμε. Όχι όμως και με το μικρό Άντριου! Τον είχανε χάσει από τα μάτια τους ενώ παίζανε και τρέχανε τριγύρω, και όταν με άκουσαν αμυδρά να φωνάζω, ακολούθησαν τη φωνή μου. Έλπιζαν να έβλεπαν τον Άντριου στο δρόμο καθώς έρχονταν. όμως αυτός δεν βρισκόταν πουθενά.

Οι τέσσερις μας κρατούσαμε ο ένας τον άλλον και περιμέναμε μέχρι να κοπάσει λίγο η θύελλα. Πόσο πανικοβλήθηκε η καρδιά μου και φώναξα από φόβο για το χαμένο μικρό μου!

"Μαμά," είπε η Άλις, "πρέπει να ζητήσουμε από το Θεό να προστατέψει τον Άντριου, και να τον φέρει πίσω σε μας." Άρρωστη από την ανησυχία όπως ήμουν, ούτε που μπορούσα να προσευχηθώ, όμως η πίστη της Άλις με έκανε να αισθανθώ ντροπή, καθώς ζητούσε από το Θεό να φροντίσει τον Άντριου και να μας βοηθήσει να τον βρούμε γρήγορα. Μόλις μπορέσαμε να δούμε λίγο πιο μακριά μπροστά μας, τραβήξαμε πιο βαθιά μέσα στο δάσος, ελπίζοντας κάθε στιγμή ότι θα τον έπαιρνε το μάτι μας. Είχε αρχίσει να πέφτει η νύχτα, και μόλις θα νύχτωνε, θα ήμασταν όλοι χαμένοι σαν τον Άντριου. Δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να κάνουμε μεταβολή και να επιστρέψουμε στο σπίτι. 'ίσως θα μπορούσαμε να επιχειρήσουμε να βγούμε έξω ξανά με έναν δαυλό ελπίζοντας ότι δεν θα τον έσβηνε ο άνεμος.

Ήταν ακόμη δύσκολο να βλέπουμε μπροστά μας, όμως μαζί καταφέραμε να βρούμε το έλκηθρο μας και τα ξύλα, και να πάρουμε το δρόμο προς το σπίτι. Ο Ρομπ πήγε πίσω στην παράγκα για να ξεφορτώσει τα κούτσουρα που είχαμε καταφέρει να φορτώσουμε πριν να ξεσπάσει η θύελλα.

Τα κορίτσια κι εγώ μπήκαμε μέσα για να ανάψουμε τη φωτιά. Μια στιγμή αργότερα, άκουσα τα βαριά βήματα του Ρομπ που έτρεχε με έξαψη προς την πόρτα. Στράφηκα και δε μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου! Ο Ρομπ στεκόταν στην πόρτα, με τον Άντριου στην αγκαλιά του! Ήμουν πάρα πολύ πλημμυρισμένη από τα αισθήματά μου για να βγάλω λέξη, και ο Άντριου δεν ήξερε πώς να το κάνει, όσο πολύ κι αν το ήθελε. Πήρα τον Άντριου στην αγκαλιά μου και τον κουβάλησα στον καναπέ, και αγκαλιάσαμε ο ένας τον άλλον για περισσότερη ώρα από ποτέ. Έκλαιγα με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης που ήταν ασφαλής, εδώ ακριβώς μέσα στην αγκαλιά μου και στο σπίτι μου, όταν θα μπορούσα να τον είχα χάσει για πάντα.

Μόλις ανάψαμε για καλά τη φωτιά, και η Μαίρη είχε ετοιμάσει μια κατσαρόλα με ζεστό γάλα για να μας ζεστάνει, ήθελα να προσπαθήσω να βρω από τον Άντριου τι είχε συμβεί και πώς είχε γυρίσει στο σπίτι σχεδόν την ίδια ώρα μαζί με τους υπόλοιπους από εμάς μέσα σε μια τόση φοβερή θύελλα. Του έδωσα χαρτί και στυλό, και αυτός άρχισε να λέει την ιστορία του με ένα μίγμα απλών σχεδίων και τις λίγες λέξεις που μπορούσε να γράψει. Από τα κακογραμμένα του κατάλαβα ότι καθώς παίζανε αυτός και τα κορίτσια, είχε τρέξει και είχε κρυφτεί πίσω από ένα δέντρο, ίσως περιμένοντας να τα ξαφνιάσει όταν θα έρχονταν κοντά, όπως του άρεζε πάντα να κάνει. Τότε ήταν που άρχισε η θύελλα, και ο Άντριου απλώς κάθισε ακίνητος, σκυφτός ανάμεσα σε δύο δέντρα, χωρίς να μετακινηθεί ούτε ένα εκατοστό.

        Έξυπνο παιδί, σκέφτηκα. Αν είχε προσπαθήσει να μετακινηθεί και να βρει το δρόμο του μέσα σ' εκείνη τη θύελλα, ένα σωρό αναποδιές θα μπορούσαν να του είχαν συμβεί. - Μα πώς βρήκε το δρόμο για το σπίτι;

Ο Άντριου μου έδωσε ένα έξυπνο χαμόγελο. Έπειτα άρχισε να χειρονομεί για κάτι. που νόμιζα ότι κατάλαβα αλλά δεν μπορούσα να το πιστέψω. Του ζήτησα να μου το εξηγήσει ξανά. Ο Ρομπ κι εγώ κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον με κατάπληξη.

Αυτό που μας εξηγούσε με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο, ήταν κάπως έτσι:

'Τον άκουσα! Τον άκουσα να φωνάζει το όνομά μου, 'Άντριου!' Περπάτησα προς τα εκεί απ' όπου ερχόταν η φωνή, όμως κανένας δεν ήταν εκεί. Τον άκουσα ξανά. να φωνάζει, 'Άντριου, έλα! Έλα, πάμε σπίτι.' Συνέχισα να περπατώ προς τα εκεί απ' όπου άκουγα τη φωνή, όμως ακόμη δεν έβλεπα κανέναν. Με φώναξε ξανά, και συνέχισα να προχωράω προς τη φωνή. Αυτό συνέβηκε πέντε με έξη φορές. Συνέχισα να ακολουθώ, μέχρι που έφθασα σπίτι."

            Ξέραμε ότι θα έπρεπε να ήταν αλήθεια. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος που το παιδί θα μπορούσε να βρει το δρόμο για το σπίτι. Ο Θεός είχε στείλει έναν άγγελο, μια φωνή, ούτε ξέρω τι ήταν ... και από θαύμα, ο μικρός μας κουφός Άντριου μπόρεσε να τον ακούσει. Έσωσε τον μικρό μου Άντριου και τον έφερε σπίτι σε μας!

Ο Ρόμπερτ γύρισε την επόμενη μέρα, και γιορτάσαμε τα πιο χαρούμενα Χριστούγεννα που είχαμε ποτέ, πριν ή μετά.

Ήμασταν μια τόσο χαρούμενη οικογένεια, όλοι μαζί, προστατευμένοι και οδηγημένοι από Εκείνον που έκανε τα Χριστούγεννα αυτό που είναι -- μια εποχή ελπίδας, μια εποχή αγάπης, μια εποχή πίστης, μια εποχή εμπιστοσύνης, μια εποχή που πιστεύεις σ' αυτό που δε φαίνεται, μια εποχή θαυμάτων και μεγαλουργημάτων, μια εποχή που οι άγγελοι υμνούν, και που οι κουφοί ακούν τις φωνές των αγγέλων!

[ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ]

Όλες οι εμπορικές ονομασίες και τα εμπορικά σήματα ανήκουν στις αντίστοιχους εταιρείες τους.

Κάνετε εγγραφή για να σας στέλνουμε τις εκδόσεις μας με email


Στείλε αυτή τη σελίδα σ' έναν  φίλο σου

 

Το όνομά σου

 

Το email σου

 

Το όνομα του φίλου σου

 

Το email του φίλου σου

 

Το μήνυμά σου (προαιρετικά)